γράφει ο Κώστας Σακελλαρίου, Φυσικοθεραπευτής, ΡΤ-ΟΜΤ. MSc
Ο πόνος χρόνια δεν
κοιτά. Και όπως ο βήχας και ο έρωτας, δεν κρύβεται. Το σώμα μας είναι
γεμάτο από κάτι μικρά μικρά οργανάκια που στην επιστημονική ορολογία
λέγονται «ελεύθερες νευρικές απολήξεις» . Αυτές είναι κάποια νεύρα
λοιπόν, τα οποία παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην αίσθηση του πόνου.
Ευτυχώς για εμάς, ζουν μια βαρετή ζωή γιατί τα περισσότερα από αυτά δεν
ενεργοποιούνται καθόλου όσο ζούμε, γιατί πολύ απλά δεν πονάμε παντού.
Υπάρχουν κάποιες περιοχές στο σώμα μας
στις οποίες πονάμε πιο συχνά από τον πιο μικρό μέχρι τον πιο μεγάλο
άνθρωπο και δεν είναι άλλες από τους μύες μας. Καθημερινά ακούμε
διάφορες λέξεις που περιγράφουν αυτού του είδους τους πόνους, μερικές
από τις οποίες είναι και αρκετά εντυπωσιακές, όπως ψύξη, νευροκαβαλίκεμα, θλάση, πιάσιμο, μάγκωμα, σπασμός, δάγκωμα, trigger points, μαχαιριά
κλπ. Η έκταση και το βάθος του πόνου μπορεί να ποικίλει και άλλες
φορές είναι επιφανειακός και μικρής περιοχή του σώματος, άλλες φορές
είναι βαθύς και διάχυτος. Άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά του είναι να
είναι εύκολα εντοπίσημος και ο ασθενής να δείχνει το σημείο με ένα
δάκτυλο, ή να δείχνει με την παλάμη μια ολόκληρη περιοχή.
Όλες αυτές οι λέξεις περιγράφουν επι της
ουσίας πόνους οι οποίοι προέρχονται από τους μύες. Υπάρχουν αρκετά
αίτια που μπορεί να προκαλέσουν μυϊκό πόνο, όπως ένας τραυματισμός, μια
θλάση, μια διάταση, η κούραση, η μείωση της κυκλοφορίας στο μυ, μια
πάθηση που μπορεί να είναι το απλό κρυολόγημα, μια ίωση μέχρι
σοβαρότερες παθήσεις.
Η ένταση του πόνου μπορεί να είναι από
μικρή μέχρι αφόρητη και η διάρκεια από μέρες, μήνες και κάποιες φορές
χρόνια. Κάποιες φορές ενώ ο πόνος εντοπίζεται στην περιοχή κάποιων μυών,
ωστόσο το αίτιο βρίσκεται σε περιοχή αρκετά μακρύτερα από εκεί που
γίνεται αισθητός συνήθως στη σπονδυλική στήλη.
Τα «άσχημα νέα»
Δυστυχώς οι μυϊκοί πόνοι εμφανίζονται
πάρα πολύ συχνά έστω και για λίγο, μια και οι μύες είναι το πιο συχνά
χρησιμοποιούμενο όργανο στο σώμα μας, οπότε υπόκειται σε περισσότερες
καταπονήσεις και ταλαιπωρίες.
Αν σκεφτούμε το ρόλο που παίζουν οι μύες
,θα δούμε ότι είναι οι «εργάτες» οι οποίοι φέρνουν εις πέρας όλες τις
καθημερινές μας δραστηριότητες και κινήσεις. Εάν με κάποιο «μαγικό
κουμπί» έκλεινε κάποιος τη μυϊκή δραστηριότητα σε έναν άνθρωπο, το σώμα
του θα σωριαζόταν κάτω σε μια μάζα. Κατά συνέπεια οι μύες εργάζονται
συνέχεια όσο ο άνθρωπος είναι ξύπνιος και κινείται.
Λόγω του ότι το μυϊκό σύστημα παίζει
αυτό το σημαντικό ρόλο, είναι εφοδιασμένο με μια σειρά από άλλα όργανα
που εξασφαλίζουν την καλή λειτουργία του, την ικανότητά του να
αντιλαμβάνεται τις αλλαγές στο περιβάλλον και να προσαρμόζεται σε αυτές ,
την επούλωση και επισκευή της όποιας φθοράς ή βλάβης που συμβαίνει μετά
από τραυματισμό και την προσαρμογή της κάθε μυϊκής ομάδας στην
εξειδικευμένη λειτουργία για την οποία επιτελεί.
Τέτοια όργανα είναι οι αρτηρίες και οι
φλέβες τις οποίες χρειάζεται για να τροφοδοτείται με αίμα ο μυικός ιστός
και να καλύπτει τις ανάγκες του σε οξυγόνο και άλλες ουσίες, τα νεύρα
τα οποία βοηθούν στην αντίληψη της θερμοκρασίας, των πιέσεων και των
διαφόρων ερεθισμάτων που φτάνουν στους μύες καθημερινά, τον εντοπισμό
χημικών ουσιών όπως για παράδειγμα το γαλακτικό οξύ μετά από κούραση
αλλά και άλλων ουσιών, λεμφικά αγγεία για απομάκρυνση ουσιών που δε
χρειάζονται πλέον και πρέπει να αποβληθούν και νευρικούς υποδοχείς που
σχετίζονται με την ισορροπία.
Τα «καλά νέα»
Το μυϊκό σύστημα είναι πολύ εκτεταμένο
στο σώμα μας και όπως είπα βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία όσο ο άνθρωπος
κινείται. Επειδή έχει όλα αυτά τα βοηθητικά όργανα και κυρίως λόγω του
ότι έχει πλούσια αιμάτωση, έχει και την ικανότητα να επουλώνεται σε
άριστο βαθμό όταν τραυματίζεται σε σχέση με ιστούς του σώματος που δεν
έχουν πολλά αιμοφόρα αγγεία.
Το μυστικό στην αντιμετώπιση του μυϊκού
πόνου από τραυματισμό είναι η χρυσή τομή μεταξύ ανάπαυσης και αποφυγής
κίνησης και σταδιακής φόρτισης του τραυματισμένου μυ ή μυϊκής ομάδας. Ο
μυϊκός ιστός λοιπόν ενώ τραυματίζεται ή καταπονείται πολύ συχνά, έχει
την ικανότητα της πλήρους αποκατάστασης όταν ακολουθείται ένα σωστό
πρόγραμμα αποθεραπείας.
Κριτήρια και εργαλεία αξιολόγησης βελτίωσης
Ακολουθούν μερικές απλές συμβουλές με τις οποίες μπορεί κανείς να βλέπει να αξιολογεί τη βελτίωσή του μετά από ένα μυϊκό τραυματισμό, ή όταν έχει μυϊκό πόνο από καταπόνηση.
- Μετά την οξεία φάση η οποία διαρκεί περίπου από 4-7 ημέρες ανάλογα με τη βαρύτητα ενός τραυματισμού θα πρέπει να ξεκινάμε σταδιακά να φορτίζουμε τους μύες που έχουν επηρεαστεί. Ειδικά στα αρχικά στάδια της θεραπείας πρέπει να σεβόμαστε τα όρια του πόνου όταν κάνουμε διάφορες ασκήσεις αλλά και στις καθημερινές κινήσεις.
- Όσο προχωρά το πρόγραμμα αποκατάστασης , οι ασκήσεις πρέπει να γίνονται πιο απαιτητικές και ο βαθμός δυσκολίας πρέπει σταδιακά να αυξάνεται. Στη φάση αυτή είναι σημαντικό μετά από κάθε συνεδρία θεραπευτικής άσκησης να μην πονάει ο ασθενής την επόμενη μέρα.
- Η ενόχληση στην τραυματισμένη περιοχή πρέπει σταδιακά και σταθερά να υποχωρεί, η τραυματισμένη μυϊκή ομάδα να μπορεί να αντέχει περισσότερη φόρτιση με λιγότερο πόνο, η πόνος που τυχόν εμφανίζεται να εκδηλώνεται μετά από όλο και περισσότερο χρόνο άσκησης και να έχει πτωτική πορεία σε ένταση.
- Σταδιακά η κίνηση που μπορεί να κάνει όταν «τεντώνει» – διατείνει την τραυματισμένη μυϊκή ομάδα πρέπει να είναι μεγαλύτερη, δηλαδή να αυξάνεται αυτό που λέμε «τροχιά κίνησης». Αυτό πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ανώδυνο γίνεται, ή να προκαλεί μόνο τη γνωστή αίσθηση του «τεντώματος» , ή διάτασης που είναι σε όλους γνωστή και όχι του αρχικού πόνου.
- Το τελευταίο και ίσως πιο εύκολο κριτήριο για να αντιληφθεί κανείς την πορεία της βελτίωσής του, είναι να συγκρίνει την πλευρά με την πάσχουσα μυϊκή ομάδα με την υγιή πλευρά στην ίδια κίνηση. Εάν μπορεί να κάνει το ίδιο αριθμό επαναλήψεων στην ίδια άσκηση χωρίς πόνο και με την ίδια άνεση και τεχνική, τότε έχει ολοκληρωθεί η αποκατάσταση της βλάβης ή του τραυματισμού.
Πιασίματα και σφιξίματα
Ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων αναφέρουν ότι νοιώθουν τους μύες τους «πιασμένους», «σφιχτούς», «άκαμπτους» με αίσθηση ότι είναι σαν την πέτρα σκληροί. Πολύ συχνά οι άνθρωποι με αυτές τις ενοχλήσεις αισθάνονται ότι έχει μειωθεί η ευκαμψία τους, ότι έχουν φλεγμονή στους μύες και έχουν διάχυτο πόνο.
Πάρα πολύ συχνά η αίσθηση της δυσκαμψίας ή του πιασίματος των μυών επιδεινώνεται σε καταστάσεις άγχους, λύπης ή στενοχώριας και αυτού του είδους τα συμπτώματα είναι στενά συνδεδεμένα με την ψυχική κατάσταση του ανθρώπου μια και εκεί πολύ συχνά σωματοποιούνται διάφορα προβλήματα που μπορεί κάποιος να έχει στην προσωπική, επαγγελματική ή οικογενειακή του ζωή.
Στην πράξη όμως, η αίσθηση της δυσκαμψίας δεν είναι συνώνυμη με μειωμένη ευκαμψία. Το παράδοξο είναι ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους με αυτά τα συμπτώματα, νοιώθουν ότι χρειάζονται να κάνουν διατάσεις στους μύες, δηλαδή να τεντωθούν για να αποκτήσουν τη «χαμένη τους ελαστικότητα» ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα. Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο του να συνδέει κάποιος την αίσθηση του πιασίματος με την κακή του στάση.
Άγχος και μύες
Αν εξαιρέσουμε τους τραυματισμούς και τον πόνο από κόπωση, οι μυϊκοί πόνοι σχετίζονται άμεσα με σωματοποιημένο άγχος. Αυτό εξηγείται πολύ καλά διότι στις περιπτώσεις έντονου άγχους υπάρχει μια αλληλουχία αντιδράσεων στο σώμα που οδηγούν μεταξύ άλλων στο σφίξιμο των μυών σε διάφορα σημεία του σώματος όπως οι μύες του αυχένα, της πλάτης, οι μασητήρες ή οι μύες στη μέση.
Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά το ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στις πόλεις κάνουν καθιστική εργασία και έχουν πολύ λίγη σωματική δραστηριότητα, θα αντιληφθούμε ότι το μυϊκό σύστημα στην περίπτωση αυτή, λόγω της διατήρησης μιας στάση για μεγάλο χρονικό διάστημα καθώς και της σχετικής ακινησίας μέσα στην ημέρα, στερείται του πιο πολύτιμου συστατικού το οποίο είναι απαραίτητο και είναι το οξυγόνο.
Ο συνδυασμός του μακροχρόνιου άγχους και της καθιστικής ζωής λοιπόν, έχει τη δική του χημεία στο σώμα, δηλαδή προκαλεί παραγωγή ουσιών οι οποίες όχι μόνο προκαλούν, αλλά διατηρούν τον πόνο τόσο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όσο και σε μεγάλη ένταση. Με λίγα λόγια δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος πόνου, μειωμένης δραστηριότητας, αίσθησης δυσκαμψίας και σφιξίματος, άγχους και κατάθλιψης. Στις περιπτώσεις αυτές η χαρακτηριστική διάγνωση για τους πάσχοντες από μυϊκούς πόνους είναι ινομυαλγία.
Όσο περισσότερο διαρκεί ο φαύλος κύκλος, τόσο εντονότερη είναι η αίσθηση του σφιξίματος , της γενικευμένης δυσκαμψίας, της αίσθησης καψίματος στους μύες.
Συμπτώματα και θεραπεία
Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες η
αίσθηση του σφιξίματος συνοδεύεται από δυσκαμψία. Αυτό συμβαίνει στα
πρώτα στάδια ενός κρυολογήματος ή ίωσης με τις γνωστές αρθραλγίες (πόνοι
στις αρθρώσεις) και μυαλγίες (πόνοι στους μύες). Αναμενόμενο είναι
επίσης να πονάει κανείς και να νοιώθει δυσκαμψία μετά από έντονη
προπόνηση ή σωματική εργασία, σε περιπτώσεις μολύνσεων όπως η νόσος των
λεγεωναρίων ή η λοιμώδης μονοπυρήνωση.
Οι μυϊκοί πόνοι που δεν σχετίζονται με
συστηματική νόσο, φλεγμονή, ίωση ή μόλυνση, μπορεί να εκδηλώνονται και
σε απουσία σωματικής δραστηριότητας, ενώ αυτοί που σχετίζονται με καθαρά
μυοσκελετικά αίτια είναι εντονότεροι μετά από σωματική προσπάθεια,
νωρίς το πρωί όπου συνοδεύονται και από δυσκαμψία η οποία υποχωρεί όσο
προχωρά η μέρα και αυξάνεται και η κυκλοφορία του αίματος.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις στις
οποίες εκδηλώνεται μυϊκός σπασμός δηλαδή έντονο μυϊκό σφίξιμο που μπορεί
να φτάνει στα όρια της ακαμψίας, όταν υπάρχουν παθήσεις του κεντρικού
νευρικού συστήματος όπως εγκεφαλικό, κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις,
Πάρκινσον , δυστονίες κλπ.
Η θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο κάθε
φορά. Εάν το βασικό αίτιο είναι κάποια πάθηση, πρέπει να δοθεί η
κατάλληλη φαρμακευτική θεραπεία και συνήθως στις περιπτώσεις αυτές η
σωματική δραστηριότητα πρέπει να αποφεύγεται. Όταν το αίτιο είναι απλά
μυοσκελετικός μηχανισμός, η καλύτερη θεραπεία είναι η θεραπευτική άσκηση
και γενικά η κίνηση. Μπορεί να βοηθηθεί κανείς και με χρήση θερμών
επιθεμάτων, μάλαξης αλλά μόνο η άσκηση θα εμποδίσει τη δημιουργία ή θα
σπάσει το φαύλο κύκλο. Τέλος στις περιπτώσεις παθήσεων του κεντρικού
νευρικού συστήματος χρειάζεται ο συνδυασμός της φαρμακευτικής αγωγής και
θεραπευτικής άσκησης, η οποία όμως χρειάζεται προσοχή διότι εάν έχει
μεγάλη ένταση και βαθμό δυσκολίας πιθανώς να επιδεινώσει την αίσθηση
σφιξίματος του πάσχοντος.