μια υπενθύμιση ότι περιττές απεικονιστικές εξετάσεις ενδέχεται να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό
από το The Journal of Orthopaedic and Sports Physical Therapy, 06/2011; 41(11):838-46. DOI: 10.2519/jospt.2011.3618
των Timothy W. Flynn, PT, PhD - Britt Smith, PT, DPT - Roger Chou, MD
Rocky Mountain University of Health Professions, 561 East 1860 South, Provo, UT 84606, USA.
Το
ποσοστό της παραπομπής για μαγνητική τομογραφία, ασθενών με οσφυαλγία,
στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό, παρά τις
ενδείξεις ότι αυτό δεν συνοδεύεται με τη βελτίωση της υγείας των ασθενών. Η υπερβολική αυτή ζήτηση σε απεικονιστικές εξετάσεις της οσφυϊκής μοίρας της Σ.Σ., σε άτομα με οσφυαλγία συσχετίζεται με,
και είναι πιθανό να συμβάλλει, σε μια αύξηση των χειρουργικών επεμβάσεων (ακόμη και 2-3 φορές περισσότερες), κατά τα τελευταία 10 χρόνια.
Επιπλέον,
η γνώση του ασθενούς για τις απεικονιστικές ανωμαλίες, μπορεί να μειώσει πραγματικά
την αυτο-αντίληψη για το πρόβλημά του και μπορεί να οδηγήσει σε κινησιοφοβία, αλλά και καταστροφικές συμπεριφορές, που μπορεί να προδιαθέτουν για την χρονιότητα του προβλήματος.
Ο
σκοπός αυτής της κλινικής μελέτης είναι:
- να περιγράψει
ένα περίγραμμα της κατάλληλης χρήσης της διαγνωστικής απεικόνησης, όπως ορίζεται σε πρόσφατες
κατευθυντήριες γραμμές, για ασθενείς με οσφυαλγία
- να περιγράψει πώς ακατάλληλη χρήση της απεικόνησης της οσφυϊκής μοίρας της
Σ.Σ. μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο βλάβης των
ασθενών και να συμβάλλει, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, σε μεγάλες αυξήσεις στο κόστος της
υγειονομικής περίθαλψης
- να παρέχει στους φυσικοθεραπευτές σαφείς κατευθυντήριες γραμμές για την
εκπαίδευση των ασθενών στην περίπτωση της "υπερβολικής" απεικονιστικής πληροφόρησης, για να αμβλύνουν τις ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις της
απεικόνισης στην αντίληψη και την υγεία των ασθενών και
- να παρουσιάσει ένα παράδειγμα μιας πετυχημένης κλινικής
αντιμετώπισης, που με την μειωμένη απεικόνιση, θα έχουμε ταυτόχρονα και βελτίωση των αποτελεσμάτων.
Συμπερασματικά, οι
φυσικοθεραπευτές μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην
εκπαίδευση των ασθενών, αλλά και των ιατρών τους, σχετικά με
την κατάλληλη ενσωμάτωση των απεικονιστικών
ευρημάτων στο συνολικό πλαίσιο της λειτουργικότητας και της αναπηρίας του
ασθενούς. Η μελλοντική έρευνα θα πρέπει να συνεχίσει τη διερεύνηση των κλινικών μονοπατιών, που μπορούν να μειώσουν την περιττή διαγνωστική απεικόνιση και το κόστος, αλλά και ταυτόχρονα να βελτιώσουν τα αποτελέσματα στην αντιμετώπιση του προβλήματος.
Πηγή: http://www.researchgate.net/publication/51193001_Appropriate_Use_of_Diagnostic_Imaging_in_Low_Back_Pain_A_Reminder_That_Unnecessary_Imaging_May_Do_as_Much_Harm_as_Good
από το Archives of Physical Medicine and Rehabilitation (2015 May;96(5):944-955. doi: 10.1016/j.apmr.2014.12.015. Epub 2015 Jan 7)
των Liu L, Huang QM, Liu QG, Ye G, Bo CZ, Chen MJ, Li P.
Department of Sport Medicine and the Center of
Rehabilitation, School of Sport Science, Shanghai University of Sport,
Shanghai, China.
Ο
σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να αξιολογήσει τις τρέχουσες ενδείξεις
για την αποτελεσματικότητα του ξηρού βελονισμού (dry needling) των μυοπεριτονιακών
σημείων ενεργοποίησης (MTrPs), που σχετίζονται με πόνους στον αυχένα και
στον ώμο. Οι μελετητές αξιολόγησαν σχετικά άρθρα από διάφορες πηγές (Physiotherapy Evidence Database, ScienceDirect, The Cochrane Library, ClinicalKey, Wanfang Data Chinese database, China Knowledge Resource Integrated Database, Chinese Chongqing VIP Information και SpringerLink), δημοσιευμένα μέχρι τον Ιανουάριο 2014.
Οι τυχαιοποιημένες
ελεγχόμενες δοκιμές που επιλέχθηκαν, είχαν διεξαχθεί με σκοπό να προσδιοριστεί κατά πόσο ο ξηρός
βελονισμός χρησιμοποιήθηκε ως η κύρια θεραπεία και αν η ένταση του πόνου
συμπεριλήφθηκε στα αποτελέσματα. Στους συμμετέχοντες είχαν διαγνωστεί MTrPs που σχετίζονται με πόνο στον αυχένα και τον ώμο.
Τελικά, αξιολογήθηκαν 20 τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές, στις οποίες συμμετείχαν 839 ασθενείς, με τα επιλεγμένα συμπτώματα.
Οι μετα-αναλύσεις πραγματοποιήθηκαν με τη χρήση των προγραμμάτων RevMan v.5.2 και Stata v.12.0.
Τα
αποτελέσματα έδειξαν ότι σε σύγκριση με αυτά της ομάδας ελέγχου, ο ξηρός
βελονισμός των MTrPs ήταν αποτελεσματικός σε σύντομο χρονικό διάστημα
(άμεσα στις 3 πρώτες ημέρες) (SMD=-1,91, 95% CI, -3,10 έως -0.73, P=0,002) και μεσοπρόθεσμα (SMD = -1,07, 95% CI, -1.87 έως -0.27, P = 0,009).
Ωστόσο,
ο υγρός βελονισμός (με έγχυση λιδοκαΐνης) είχε σημαντικότερα αποτελέσματα από τον ξηρό
βελονισμό στην ανακούφιση του πόνου των MTrP, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα (SMD = 1,69, 95%
CI, 0,40 έως 2,98, P = 0,01).
Άλλες θεραπείες (συμπεριλαμβανομένης και της κλασικής φυσικοθεραπείας) ήταν πιο
αποτελεσματικές από τον ξηρό βελονισμό στη θεραπεία των MTrP και του πόνου
μεσοπρόθεσμα (στο χρονικό διάστημα απο 9 έως 28 ημέρες) (SMD = 0,62, 95% CI, 0,02 έως 1,21, P = .04).
Σύμφωνα με την αξιολόγηση, ο ξηρός βελονισμός στα μυοπεριτονιακά σημεία ενεργοποίησης μπορεί να προταθεί για
ανακουφιστεί ο πόνος στον αυχένα και τους ώμους, βραχυπρόθεσμα και
μεσοπρόθεσμα, αλλά ο υγρός βελονισμός και η κλασική φυσικοθεραπευτική αντιμετώπιση έχουν βρεθεί να είναι πιο
αποτελεσματικά από τον ξηρό βελονισμό στην ανακούφιση του ασθενή μεσοπρόθεσμα.
πηγή: http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25576642
από το The Journal of the American Medical Assiciation, 2015 May 19;313(19):1915-23. doi: 10.1001/jama.2015.4468.
των Goldberg H, Firtch W, Tyburski M, Pressman A, Ackerson L, Hamilton L, Smith W, Carver R, Maratukulam A, Won LA, Carragee E, Avins AL.
Kaiser Permanente Northern California Spine Care Program, San
Jose2Division of Research, Kaiser Permanente Northern California,
Oakland.
Η χορήγηση στεροειδών που χρησιμοποιείται συνήθως για τη θεραπεία
της οξείας ισχιαλγίας που οφείλεται σε κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου, δεν έχει
αξιολογηθεί κατάλληλα από κλινικές δοκιμές.
Στόχος της συγκεκριμένης δοκιμής είναι να προσδιοριστεί αν η από στόματος χορήγηση πρεδνιζόνης είναι πιο
αποτελεσματική από το εικονικό φάρμακο, στη βελτίωση της λειτουργικότητας και
του πόνου, σε ασθενείς με οξεία ισχιαλγία.
Οι συμμετέχοντες στην τυχαιοποιημένη, διπλή-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο κλινική
δοκιμή, που διεξήχθη από το 2008 έως το 2013, ήταν ασθενείς ενός μεγάλου ολοκληρωμένου συστήματος παροχής υγειονομικής περίθαλψης στη Βόρεια Καλιφόρνια.
Ήταν ενήλικες
(n = 269) με ριζιτικό πόνο για 3 μήνες ή λιγότερο, με δείκτη Oswestry Disability Index (ODI) 30 ή υψηλότερο (εύρος 0-100, με τις υψηλότερες βαθμολογίες
να δείχνουν μεγαλύτερη δυσλειτουργία) και με τουλάχιστον μια κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου επιβεβαιωμένη με μαγνητική τομογραφία.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν τυχαία σε μία αναλογία 2:1, για να λάβουν
για 15 ημέρες από του στόματος πρεδνιζόνη (για 5 ημέρες από αντίστοιχα 60 mg, 40 mg και 20 mg - συνολική αθροιστική δόση = 600 mg - N=181) ή αντίστοιχα εικονικό φάρμακο (n = 88).
Το πρωτεύον σημείο αξιολόγησης ήταν η κατά ODI αλλαγή σε 3 εβδομάδες. Δευτερεύοντα σημεία αξιολόγησης ήταν η κατά ODI αλλαγή στο 1 έτος, η αλλαγή στον
πόνο των κάτω άκρων (μετρούμενη σε μια κλίμακα 0-10, με τις υψηλότερες βαθμολογίες
να δείχνουν περισσότερο πόνο), η πιθανή χειρουργική αντιμετώπιση του προβλήματος και άλλες κλίμακες αξιολόγησης όπως οι Short Form 36 Health Survey (SF-36), Physical Component Summary (PCS) και Mental Component Summary (MCS), με βαθμολόγηση στην κλίμακα 0-100, με τις υψηλότερες βαθμολογίες να δείχνουν βελτίωση.
Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκε ότι από έναρξη την έναρξη της αγωγής και στις 3 εβδομάδες η κατά ODI βαθμολόγηση ήταν 51,2 και
32,2 για την ομάδα πρεδνιζόνης και αντίστοιχα 51,1 και 37,5 για την ομάδα του
εικονικού φαρμάκου. Η
ομάδα της πρεδνιζόνης παρουσίασε μια προσαρμοσμένη μέση βελτίωση κατά 6,4 βαθμούς, από την ομάδα του εικονικού φαρμάκου και μια μέση 7,4
βαθμών μεγαλύτερη βελτίωση στις 52 εβδομάδες.
Σε
σύγκριση με την ομάδα του εικονικού φαρμάκου, η ομάδα της πρεδνιζόνης
παρουσίασε μια προσαρμοσμένη μέση 0,3 βαθμών μεγαλύτερη μείωση του πόνου σε 3 εβδομάδες και μια μέση τιμή 0,6
βαθμών μεγαλύτερη μείωση στις 52 εβδομάδες.
Η
ομάδα της πρεδνιζόνης παρουσίασε επίσης, μια προσαρμοσμένη μέση 3,3 βαθμών μεγαλύτερη βελτίωση στο SF-36 στις 3
εβδομάδες, χωρίς να υπάρχει διαφορά στις 52 εβδομάδες.
Δεν υπήρχαν διαφορές στα ποσοστά των ασθενών που ακολο'υθησαν χειρουργική επέμβαση στο 52 εβδομάδων πρόγραμμα παρακολούθησης.
Έχοντας
μία ή περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες στις 3 εβδομάδες παρακολούθησης, αυτές ήταν συχνότερες στην ομάδα της πρεδνιζόνης, από ότι στην ομάδα του
εικονικού φαρμάκου (49,2% έναντι 23,9%, P <0,001).
Συμπερασματικά, μεταξύ των ασθενών με οξεία ριζοπάθεια που οφείλεται σε κήλη
δίσκου της ΟΜΣΣ, η χορήγηση από στόματος στεροειδών, σε σύγκριση
με εικονικό φάρμακο, είχε ως αποτέλεσμα ελαφρά βελτιωμένη λειτουργικότητα και καμία βελτίωση στον πόνο.
πηγή: http://plus.mcmaster.ca/EvidenceUpdates/NewArticles.aspx?Page=1&ArticleID=64079#Data
http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25988461?dopt=Abstract
από το Clinical Journal of Sport Medicine (24 Απριλίου 2015)
των Devereaux M, Velanoski KQ, Pennings A, Elmaraghy A.
Fluid Motion Physiotherapy, Mahone Bay, Nova Scotia,
Canada; and Department of Surgery, St. Joseph's Health Centre, Toronto,
Ontario, Canada.
O στόχος της μελέτης ήταν να συγκριθεί η βραχυπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της εφαρμογής κομμένης
κινησιοταινίας (pre-cutted Kinesiotape, PCT), με την χορήγηση ενός μη στεροειδούς αντιφλεγμονώδους φαρμακευτικού σκευάσματος
(NSAID), ως συμπληρωματική αγωγή για την φυσικοθεραπευτική αγωγή, με σκοπό τη
βελτίωση του πόνου και της λειτουργικότητας σε ασθενείς με σύνδρομο υπακρωμιακής προστριβής.
Στον σχεδιασμό της μελέτης χρησιμοποιήθηκε η παράλληλη αξιολόγηση τριών ομάδων.
Οι 100 ασθενείς (μέση ηλικία: 48 ± 12,3 ετών, 61 άνδρες, 39 γυναίκες) με
διάγνωση συνδρόμου υπακρωμιακής πρόσκρουσης (SAI) που συμμετείχαν, χωρίστηκαν τυχαία σε
ομάδες θεραπείας, από τον Οκτώβριο του 2009 έως τον Ιούνιο του 2012.
Από αυτούς 81 ολοκλήρωσαν τη μελέτη.Οι ομάδες ήταν: ομάδα PCT
και φυσικοθεραπείας (n = 33), ομάδα NSAID και φυσικοθεραπείας (n = 29) και τέλος ομάδα μόνο φυσικοθεραπείας (n = 38).
Όλες οι ομάδες ακολούθησαν παρέμβαση 4 συνεδριών την εβδομάδα, για 2 εβδομάδες, πάντα με την παρουσία φυσικοθεραπευτή.Οι αριθμητικές κλίμακες αξιολόγησης πόνου, για τον πόνο κατά την ανάπαυση
και τον πόνο με την ανύψωση του βραχίονα, η απλή δοκιμασία του ώμου (SST) και η
συνεχής βαθμολογία, αξιολογήθηκαν πριν και μετά τη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν μια στατιστικά σημαντική μείωση του πόνου σε ανάπαυση, αλλά και στην ανύψωση του βραχίονα, καθώς και βελτίωση της SST και του Constant Score
και στις 3 ομάδες θεραπείας, με ελάχιστα κλινικά
σημαντικές διαφορές στον πόνο με ανύψωση και στην βαθμολογία SST. Οι διαφορές μεταξύ των ομάδων, σε όλες τις μετρήσεις, δεν ήταν στατιστικά ή κλινικά σημαντικές.
Συμπερασματικά, η
βελτίωση στον πόνο και τη λειτουργικότητα που παρατηρείται με την χορήγηση ενός NSAID ή
την χρήση PCT, ως ενισχυτικό της φυσικοθεραπευτικής αγωγής, δεν ήταν μεγαλύτερη από ότι με την
άσκηση αποκατάστασης μόνο.
Εάν είναι επιθυμητή η ενισχυση με κάποιο μέσον της φυσικοθεραπευτικής αγωγής, το PCT φαίνεται να είναι
καλύτερα ανεκτό από την χορήγηση NSAID, αν και η διαφορά δεν είναι σημαντική.
Σε αυτή την περίπτωση, οι κλινικοί γιατροί μπορεί να εξετάζουν την
ενσωμάτωση της χρήσης Kinesiotape (PCT), μαζί με το συνιστώμενο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας, στη συντηρητική αντιμετώπιση του συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής.
πηγή: http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25915145
από το περιοδικό Physical Therapy (30 Απριλίου 2015).
των Verwoerd AJ, Luijsterburg PA, Koes BW, El Barzouhi A, Verhagen AP.
Department of General Practice, Erasmus MC University Medical Center, PO Box 2040, 3000 CA Rotterdam, the Netherlands.
Η κινησιοφοβία είναι ο παράλογος φόβος επανατραυματισμού, λόγω της κίνησης. Ένα υψηλότερο επίπεδο κινησιοφοβίας φαίνεται να σχετίζεται με την κακή ανάκτηση σε ασθενείς με ισχιαλγία.
Η
μελέτη αυτή προσπάθησε να ερευνήσει αν η φυσικοθεραεπέια βελτιώνει την κινησιοφοβία, που παρουσιάζεται σε ασθενείς με ισχιαλγία, που αντιμετωπίστηκαν στην Π.Φ.Υ..
Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Στην πρώτη ομάδα οι ασθενείς ακολούθησαν αγωγή από γενικό γιατρο και στην δεύτερη σ' αυτή προστέθηκε και φυσικοθεραπευτική αγωγή.
Η κινησιοφοβία
κατά την έναρξη μετρήθηκε με την κλίμακα Tampa Scale for Kinesiophobia (TSK) και
ένα αντίστοιχο ερωτηματολόγιο (SQK). Ο πόνος και η λειτουργικότητα αξιολογήθηκαν στην παρακολούθηση των 3 και 12 μηνών που ακολούθησαν. Η ανάλυση
παλινδρόμησης χρησιμοποιήθηκε για να αξιολογηθεί η αλληλεπίδραση
μεταξύ του επιπέδου της κινησιοφοβίας, κατά την έναρξη και την διάρκεια της θεραπείας.
Η κινησιοφοβία κατά την έναρξη συναξιολογήθηκε και για τις δυο ομάδες, όπως και η εξέλιξη της έντασης του πόνου στο πάσχον πόδι, κάτι που ακολούθησε και στους 12 μήνες παρακολούθησης (αποτέλεσμα
αλληλεπίδρασης για TSK και SQK: p = 0,07 και p <0.01, αντίστοιχα).
Κατά
τη σύγκριση των δύο ομάδων θεραπείας, μετά το τέλος της αγωγής, οι ασθενείς της πρώτης ομάδας δηλώνουν υψηλό φόβο στην κίνηση, ενώ αυτοί που ακολούθησαν και φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα βρέθηκαν να έχουν μικρότερο φόβο στην κίνηση, αλλά και μειωμένο πόνο στο πάσχον σκέλος, με διαφορά έντασης από την έναρξη κατά -3,6 (± 2,7), σε σχέση με τους ασθενείς της ομάδας ελέγχου.
Συμπερασματικά, σε ασθενείς με ισχιαλγία, τα προκαταρκτικά στοιχεία αποδεικνύουν ότι οι ασθενείς με υψηλότερο επίπεδο κινησιοφοβίας, μπορεί να ωφεληθούν ιδιαίτερα από τη φυσικοθεραπεία, σε
σχέση με τη μείωση της έντασης του πόνου στο πάσχον σκέλος, στην διάρκεια της 12μηνης
παρακολούθησης.
πηγή: http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25929529
από το περιοδικό Journal of Clinical Interventions in Aging (2014 Jul 17;9:1153-61. doi: 10.2147/CIA.S64104).
των Laufer Y, Shtraker H, Elboim Gabyzon M
(Physical Therapy Department, Faculty of Social Welfare and Health Sciences, University of Haifa, Israel.)
Οι ασκήσεις ενδυνάμωσης του τετρακεφάλου μυός είναι επωφελείς για τα άτομα με οστεοαρθρίτιδα του γόνατος. Μελέτες αναφέρουν επίσης, βραχυπρόθεσμα καλά αποτελέσματα της νευρομυϊκής ηλεκτρικής διέγερσης (NMES) του τετρακεφάλου στους ίδιους ασθενείς και υποστηρίζουν αυτή την εφαρμογή ως συμπλήρωμα της θεραπείας.
Οι στόχοι αυτής της μελέτης παρακολούθησης είναι να συγκρίνουμε τα αποτελέσματα ενός προγράμματος άσκησης με και χωρίς NMES του τετρακεφάλου, για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος. Αξιολογήθηκε ο πόνος, η λειτουργική απόδοση και η μυϊκή δύναμη, αμέσως μετά τη θεραπεία και 12 εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της παρέμβασης.
Συμμετείχαν 63 ασθενείς με οστεορθρίτιδα του γόνατος, που τοποθετήθηκαν τυχαία σε δύο ομάδες και ακολούθησαν 12 συνεδρίες, κατανεμημένες σε 2 συνεδρίες ανά εβδομάδα.
Η πρώτη ομάδα ακολούθησε ένα πρόγραμμα άσκησης κυρίως του τετρακεφάλου μυός και η δεύτερη ένα πρόγραμμα άσκησης σε συνδυασμό με NMES του τετρακεφάλου.
Μια σημαντικά μεγαλύτερη μείωση του πόνου γόνατο παρατηρήθηκε αμέσως μετά τη θεραπεία στην ομάδα NMES, η οποία διατηρήθηκε ακόμη και 12 εβδομάδες μετά την παρέμβαση, όπως διατηρήθηκε και σε μικρότερο βαθμό και στην άλλη ομάδα.
Παρά το γεγονός ότι σε αυτό το στάδιο της οστεοαρθρίτιδας, η NMES δεν είχε κανένα άλλο επιπρόσθετο αποτέλεσμα και οι δύο ομάδες έδειξαν μια άμεση αύξηση στην μυϊκή δύναμη και τις λειτουργικές ικανότητες, ενώ δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων. Επίσης, παρά το ότι οι βελτιώσεις στην ταχύτητα βάδισης και στην αυτο-αναφερόμενη λειτουργική ικανότητα διατηρήθηκαν μέχρι το τέλος της παρέμβασης, σημαντικές βελτιώσεις στην μυϊκή δύναμη, στην ταχύτητα κίνησης και στο ανέβασμα σκάλας δεν διατηρήθηκαν.
Η μελέτη διαπίστωσε ότι η σμμετοχή σε ένα συνδυασμένο προγράμματος άσκησης με NMES τετρακεφάλου, παρέχει αυξημένη διαφοροποίηση του πόνου αμέσως μετά τη θεραπεία σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα του γόνατος. Συντήρηση των θετικών αποτελεσμάτων μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου 12 εβδομάδων, μόνο για τον πόνο, την αυτο-αναφερόμενη λειτουργική ικανότητα και την ταχύτητα κίνησης, χωρίς καμία σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων.
πηγή: http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/25083133