της Gabriella Ode, MD
Οι ασθενείς συχνά συγχέουν τους όρους τενοντίτιδα, τενόντωση και τενοντοπάθεια. Αυτοί οι όροι, μαζί με την παρατενοντίτιδα, την ρήξη τένοντα και την μερική ρήξη τένοντα, περιγράφουν μια ποικιλία από καταστάσεις του τένοντα, συμπεριλαμβανομένης και της φλεγμονής, του εκφυλισμού και της κάκωσης.
Οι τένοντες είναι οι ινώδεις ιστοί που συνδέουν τους μυς με τα οστά και υπάρχουν εκατοντάδες τενόντων σε όλο μας το σώμα. Ορισμένοι τένοντες είναι πιο επιρρεπείς σε προβλήματα από ότι άλλοι. Για παράδειγμα, είναι συχνά τα προβλήματα του Αχίλλειου τένοντα, του επιγονατιδικού ή του τένοντα του δικέφαλου βραχιονίου.
Επιπλέον, κάποιος τένοντας μπορεί να έχει περισσότερα από ένα πρόβληματα. Ένας τένοντας που έχει τενοντίτιδα μπορεί επίσης να έχει και τεντόνωση.
Παρακάτω ακολουθούν οι περιγραφές των όρων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν αυτές τις καταστάσεις των τενόντων:
Τενοντίτιδα
Είναι ο συνηθέστερος όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει σχεδόν κάθε πόνος στον τένοντα, από τους περισσότερους επαγγελματίες του χώρου της υγείας. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την φλεγμονή του τένοντα (η κατάληξη -ίτις υποδηλώνει φλεγμονή).
Οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν εντοπισμένο πόνο, διόγκωση της περιοχής, τοπική αύξηση της θερμοκρασίας και ερυθρότητα.
Συνιστάται συμπτωματική αγωγή για την μείωση της φλεγμονής, που μπορεί να περιλαμβάνει ανάπαυση των προσβεβλημένων αρθρώσεων και χορήγηση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (NSAD), όπως η ιβουπροφένη ή η ναπροξένη.
Οι ασθενείς με τενοντίτιδα συνήθως αναρρώνουν μέσα σε μερικές εβδομάδες.
Η τενοντίτιδα είναι λιγότερο συχνή από την τεντόνωση. Η χρόνια τενοντίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε τενόντωση.
Τενόντωση
Σύμφωνα με τους ειδικούς υπάρχει μια σημαντική διάκριση διάκριση μεταξύ της τενοντίτιδας και της τενόντωσης, που είναι η μη-φλεγμονώδης εκφύλιση του τένοντα. Αυτός ο εκφυλισμός μπορεί να περιλαμβάνει αλλαγές στη δομή ή τη σύνθεση του τένοντα.
Προκύπτουν από επαναλαμβανόμενους μικρο-τραυματισμούς ή την αποτυχία του ιστού να επουλωθεί μετά από κάποια ρήξη.
Οι βασικές διαφορές μεταξύ της τενοντίτιδας και της τενόντωσης είναι:
- Σε αντίθεση με τενοντίτιδα, η οποία μπορεί συχνά να αντιμετωπιστεί με επιτυχία μέσα σε μερικές εβδομάδες, η τενόντωση μπορεί να χρειαστεί ακόμη και αρκετούς μήνες για να αποκατασταθεί.
- Οι μέθοδοι θεραπείας για την τενόντωση και την τενοντίτιδα μπορεί να διαφέρουν. Για παράδειγμα, ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η τενόντωση δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, επειδή αυτά αναστέλλουν την ανάπτυξη του κολλαγόνου, το οποίο είναι απαραίτητο για την αποκατάσταση του τένοντα.
Παρατενοντίτιδα
Ορισμένοι τένοντες, όπως ο Αχίλλειος, έχουν γύρω τους ένα λεπτό περίβλημα ιστού, που ονομάζεται παρατένοντας. Όταν αυτός ο ιστός φλεγμαίνει, η κατάσταση αυτή ονομάζεται παρατενοντίτιδα.
Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να διαγνωσθεί καθοριστικά χωρίς βιοψία και γι αυτό τον λόγο δεν είναι διαγνώσιμη συνήθως. Επιπλέον, ορισμένοι επαγγελματίες δεν πιστεύουν η παρατενοντίτιδα είναι μια ξεχωριστή διάγνωση.
Δεδομένου ότι η θεραπεία της παρατενοντίτιδας, αλλά και της τενοντίτιδας συνίσταται στη μείωση της φλεγμονής, μπορεί να μην είναι και απαραίτητη αυτή η διάκριση για θεραπευτικούς σκοπούς.
Ρήξη τένοντα
Όταν ένας τένοντας χάσει την συνέχεια του, αυτό ονομάζεται ρήξη. Εάν ο τένοντας αποσπασθεί σε δυο κομμάτια, μιλάμε για πλήρη ρήξη και αν κάποια από τμήματα του τένοντα παραμένουν άθικτα, τότε μιλάμε για μερική ρήξη.
Υπάρχει ακόμη μια διάκριση, μεταξύ οξείας και χρόνιας ρήξης του τένοντα.
- Μια οξεία ρήξη τένοντα είναι ένα στιγμιαίο γεγονός που θα οδηγήσει σε άμεσο πόνο και μειωμένη λειτουργία της άρθρωσης στην οποία καταλήγει ο τένοντας και μπορεί να ακολουθείται από οίδημα ή μώλωπες. Μια οξεία ρήξη συνήθως αναγνωρίζεται και πρέπει να αντιμετωπίζεται μέσα σε μια εβδομάδα από τραυματισμό.
- Οι χρόνιες ρήξεις τενόντων μπορεί να προκύψουν από:
- Μια μερική ρήξη που χειροτερεύει αργά και για παρατεταμένο χρονικό διάστημα ή
- Μια οξεία ρήξη που μένει χωρίς θεραπεία για μεγάλο χρονικό διάστημα (πολλοί ειδικοί πιστεύουν αυτό το διάστημα κυμαίνεται από 4 έως 6 εβδομάδες, ανάλογα με τον τένοντα)
Τενοντοπάθεια
Η κατάληξη "-θεια" προέρχεται από την ελληνική γλώσσα και δείχνει μια ασθένεια ή διαταραχή. Ως εκ τούτου, με τον όρο τενοντοπάθεια περιγράφεται μια ασθένεια ή διαταραχή του τένοντα.
Η τενοντοπάθεια (tendinopathy,αν και μερικές φορές χρησιμοποιέιται ο όρος tendonopathy) χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει οποιοδήποτε πρόβλημα αφορά ένα τένοντα.
Αν και οι περισσότεροι ειδικοί χρησιμοποιούν τον όρο τενοντοπάθεια σαν γενικό όρο για να περιγράψουν όλες τις παθολογικές καταστάσεις ενός τένοντα, πολλοί τον χρησιμοποιούν για να περιγράψουν μια χρόνια πάθηση του τένοντα με κακή αποκατάσταση. Για παράδειγμα, ένας δρομέας ο οποίος έχει υποστεί ρήξη τένοντα τένοντα που δεν αποκαταστάθηκε σωστά, μπορεί να διαγνωστεί με τενοντοπάθεια.
Τελικά, για να αποφευχθεί η σύγχυση, οι ασθενείς που έχουν κάποιο πρόβλημα που αφορά τένοντα, καλό θα είναι να συμβουλεύονται κάποιον ειδικό για την καλύτερη κατανόηση και αντιμετώπιση του προβλήματός τους.
Αναφορές:
- Tsai WC, Tang FT, Hsu CC, et al. Ibuprofen inhibition of tendon cell proliferation and upregulation of the cyclin kinase inhibitor. J Orthopedic Resear. 2004. 22(3): 586–591. doi: 10.1016/j.orthres.2003.10.014.
- Paavola M, Järvinen TA. Foot Ankle Clin. 2005 Jun;10 (2):279-92. Review. http://www.ncbi.nlm.nih.gov/pubmed/15922919. Accessed October 7, 2014.
- Flint JH, Wade AM, Giuliani J, Rue JP. Defining the terms acute and chronic in orthopaedic sports injuries: a systematic review. Am J Sports Med. 2014 Jan;42(1):235-41. doi: 10.1177/0363546513490656. Epub 2013 Jun 7. Review. PubMed PMID: 23749341.
πηγή: http://www.sports-health.com/sports-injuries/general-injuries/what-difference-between-tendonitis-tendinosis-and-tendinopathy